ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΑΓΑΘΗ Είκοσι χρόνια από την κοίμηση του Αρχιμανδρίτη ΓΕΔΕΩΝ (1998-2018) (Δημοσιεύτηκε στην εφημερία ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ 21-12-2018)
Η εποχή μας έχει ανάγκη από θετικά πρότυπα. Συνήθως τα αναζητούμε σε παγκόσμιο επίπεδο και δεν δίνουμε την πρέπουσα σημασία σε ότι συμβαίνει δίπλα μας. Είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό να μην εκτιμούμε ότι κατέχουμε, ότι είναι μπροστά στα μάτια μας και να το αναζητούμε όταν το χάσουμε. Υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις. Το πρόσωπο, που θα προσπαθήσουμε να ανασύρουμε από την φθορά του χρόνου, είχε εκτιμηθεί τότε που βρισκόταν δίπλα μας σωματικά και εξακολουθεί να τιμάται τώρα που το νιώθουμε δίπλα μας πνευματικά. Σπάνιο πράγμα αυτό, μάλιστα για την νεοελληνική νοοτροπία μας. Γι’ αυτό αξίζει να αφιερώσουμε λίγες γραμμές (σε σχέση με το έργο του), αφιερωμένες στη μνήμη του. Οι πολλοί που τον γνώρισαν και ευεργετήθηκαν απ’ αυτόν με ποικίλους τρόπους φυσικά δεν τον ξεχνούν, ωστόσο πιστεύουμε ότι το παράδειγμα του θα αποτελέσει έμπνευση και για άλλους. Διότι ένας υπήρξε ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης και πνευματικός πατέρας της ευρύτερης περιοχής μας Γεδεών, ο «πάτερ» όπως ήταν γνωστός λανθασμένα (στην κλιτική) αλλά αγαπητικά.
Ο κατά κόσμον Γεώργιος Σουγκάρης γεννήθηκε από τον Ιωάννη και την Αναστασία στις 13 Μαρτίου 1929. Τα παιδικά και νεανικά χρόνια του έζησε στην γενέτειρα του Εράτυρα Κοζάνης, όπου έλαβε την στοιχειώδη μόρφωση στο δημοτικό σχολείο. Αργότερα φοίτησε στην Ανώτερο Ιερατικό Φροντιστήριο Τήνου (που λειτούργησε από το 1966 ως το 1971). Συνέχισε τη μόρφωση του στο τμήμα Ιερατικής Επιμόρφωσης του ΑΠΘ. Φέρεται στον κατάλογο πτυχιούχων το 1981 με τα στοιχεία Σουγκάρης Γεδεών-Γεώργιος του Ιωάννη με ΑΕΜ 323.
Η αφιέρωση του ως δοκίμου και η κουρά του ως μοναχού έγινε στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μικροκάστρου, όπου χειροτονήθηκε διάκονος και ιερομόναχος. Αργότερα τοποθετήθηκε από τον Μητροπολίτη Σισανίου (1945-1958) Ιάκωβο Κλεόμβροτο, ως Ηγούμενος στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Βυθού όπου παρέμεινε από το 1957 έως το 1960. (Βλ. Λάζαρος Αθ. Παπαϊωάννου, Τό μοναστήρι τῆς Άγίας Τριάδας στόν Βυθό Κοζάνης, α.χ. σ. 40) Εκεί ασκήτεψε με τον ιερομόναχο Σεραφείμ Μαραγκίδη. Ταυτοχρόνως εξυπηρέτησε, ως εφημέριος, διάφορες ενορίες της γενέτειρας του. Γνωρίζουμε ότι τοποθετήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Νεαπόλεως Κοζάνης, με το υπ’ αριθμ. 892/18-08-1970 έγγραφο του Μητροπολίτη Σισανίου Πολύκαρπου Λιώση και έφυγε στις 27-11-1974. Υπήρξε κτήτορας και ανακαινιστής πολλών Ιερών Ναών και Μονών της περιοχής, όπως ο Άγιος Αθανάσιος. Αργότερα διακόνησε και στον Ιερό Ναό Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης.
Το ενδιαφέρον μας θα εστιαστεί στην υπερεικοσαετή διακονία του στη Μαυροθάλασσα και την ευρύτερη περιοχή, με τον αντίκτυπο που είχε για όλη τη Βισαλτία. Το 1977 ο μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης (1965-1984) Κωνσταντίνος Καρδαμένης τον όρισε προσωρινό (ως άγαμο κληρικό) εφημέριο του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Πύργου Μαυροθάλασσας. Όταν πρωτοπήγε στην ενορία θεωρήθηκε περίπου εξόριστος. Κανείς δεν ήθελε τη «γυφτοενορία» όπως περιφρονητικά αποκαλούσαν τον Πύργο με τον παλιό μικρό ναό. Αυτό δεν πτόησε τον ανοιχτόμυαλο κληρικό. Οι νοικοκύρηδες και φιλοπρόοδοι κάτοικοι του Πύργου ένιωθαν βαθύτατα τις άδικες διακρίσεις και την υποτίμηση. Ήταν έτοιμοι για να αναπτύξουν δραστηριότητα μόλις βρουν τον κατάλληλο καθοδηγητή. Άλλωστε ο τόπος τους και ο ναΐσκος αυτός είχε ιστορία. Υπήρξε μετόχι της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου Αγίου Όρους. Από τις ένδοξες μέρες απόμεναν επιγραφές, κειμήλια, εικόνες και αναμνήσεις. Επίσης σε κοντινή απόσταση από τον ενοριακό ναό υπήρχε μικρό παρεκκλήσι που εμπεριείχε το αγίασμα της Αγίας Μαρίνης. Έτσι ο πατήρ Γεδεών ανέλαβε ευχαρίστως το δύσκολο έργο της διαποίμανσης και της αναβάθμισης, υλικής και πνευματικής, της δύσκολης ενορίας.
Ανακαίνισε τον Άγιο Γεώργιο και τον κατέστησε κέντρο λατρευτικό και πολιτιστικό της ενορίας. Πρωτοστάτησε στις δραστηριότητες του πολιτιστικού συλλόγου Αγία Μαρίνα. Δρομολόγησε και αποπεράτωσε την ανέγερση μεγαλοπρεπούς ναού της Αγίας, ανατολικά και σε συνέχεια του αγιάσματος. Θεμελίωσε και εγκαινίασε την ευρύχωρη ενοριακή αίθουσα που εξυπηρετεί τις ανάγκες του Πύργου. Περιποιήθηκε την εφημεριακή κατοικία, που ήταν ο τόπος που δεχόταν τα πνευματικά παιδιά του και τους Ιερείς της περιοχής, οι οποίοι στο πρόσωπο του αναγνώριζαν τον φυσικό ηγέτη, όχι λόγω οφίκιου αλλά ισχυρής προσωπικότητας.
Δεν περιορίστηκε στην οικοδομική δραστηριότητα. Οικοδόμησε ειλικρινείς σχέσεις με τους ανθρώπους και στήριξε βασανισμένες ψυχές. Οι άνθρωποι του τόπου και προπάντων οι κληρικοί και οι άμεσοι συνεργάτες τους, ανακάλυψαν τον φωτισμένο οδηγό και διδάσκαλο, τον εμψυχωτή στα έργα τους, τον εμπνευστή των οραματισμών τους, τον έμπιστο φίλο και προστάτη, το ζωντανό υπόδειγμα του λειτουργικού και του εκκλησιαστικού ήθους και της φιλοκαλικής διάθεσης.
Η μεγάλη δραστηριότητα του οδήγησε την τότε Τοπική Κοινότητα Μαυροθάλασσας να του απονείμει τιμητική πλακέτα. Η συνεργασία του με τα σχολεία της περιοχής κατέστησαν την όμορφη περιοχή του Ναού τόπο εκδρομών για αναψυχή και ψυχαγωγία των παιδιών, τα οποία εκτός από τα χρήσιμα λόγια, τα έραινε με κολόνια, ώστε αρωματισμένα ψυχικά και σωματικά να αναχωρούν με τις καλύτερες αναμνήσεις. Ο καθημερινός περίπατος του Ιερέα στην πλατεία και τα μαγαζιά του χωριού και το ενδιαφέρον για τις δραστηριότητες και την καθημερινότητα των ενοριτών του τον κατέστησαν αγαπητό σε όλους. Η πολυαναμενόμενη παρουσία του στο πλευρό κάθε ευγενικής προσπάθειας και σε κάθε χαρά και λύπη υπήρξε ευεργετική για την περιοχή.
Στο πρόσωπό του η Ιερά Μητρόπολη βρήκε τον δραστήριο και έμπιστο συνεργάτη, τον επιμορφωτή και τον παιδαγωγό. Όπως χαριτολογώντας το διατύπωσε ο μακαριστός Σερρών και Νιγρίτης (1984-2003) Μάξιμος, «τον χωρεπίσκοπο». Περιζήτητος ήταν ο Αρχιμανδρίτης στα πανηγύρια, στις αγρυπνίες και τις λοιπές λατρευτικές συνάξεις των γύρω χωριών. Ο απαράμιλλος τρόπος που έψαλλε το Θεοτόκε Παρθένε, ο επιστηρικτικός λόγος του, η μεγαλοπρεπής εμφάνιση του και η λειτουργική ευπρέπεια έκαναν τους πιστούς να ζουν μεταρσιωμένοι τη λατρεία του Θεού. Η σύναξη συνεχιζόταν με την ευπροσήγορη επαφή με καθένα άνθρωπο και την καρδιακή ακρόαση κάθε κατάστασης. Έδειχνε το Χριστό και όχι τον εαυτό του. Στους πολύ κοντινούς του έλεγε πειρακτικά: έλα κολάκευσε με λίγο! Δείχνοντας ότι και στο τελειότερο ανθρώπινο κίνητρο μπορεί να εμφιλοχωρήσει ο πειρασμός. Ήθελε να καταλάβουμε ότι στις στιγμές που φαινόταν ένδοξος ήταν πιο ευάλωτος. Δεν καλλιέργησε την προσωπολατρία, αν και αγαπήθηκε πολύ. Είναι χαρακτηριστικό ότι έδειχνε τις δυσκολίες της μοναχικής ζωής και της ιερατικής διακονίας, ώστε όσοι νέοι ελκύονται από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και από τις λάθος εντυπώσεις να αποθαρρύνονται. Έδινε όμως ευχαρίστως τη συμμαρτυρία του στους εγγάμους να ιερωθούν, διότι πίστευε ότι η Εκκλησία χρειάζεται καλούς νοικοκύρηδες, σύμφωνα και με τη διδασκαλία του αποστόλου Παύλου.
Ιδιαίτερη καθοδηγητική, αλλά με πνεύμα ελευθερίας που μόνο η Χάρη του Αγίου Πνεύματος επιτρέπει, υπήρξε η στάση του απέναντι στα πνευματικά παιδιά του, κληρικούς και λαϊκούς που τον επισκεπτόταν στο σπίτι και το γραφείο του. Εκεί οι επισκέπτες δεχόταν το κέρασμα της γιαγιάς Αναστασίας ή της αδελφής του Ειρήνης, που κατά καιρούς έζησαν μαζί του. Έπαιρναν όμως από τον γέροντα εμπειρίες, συμβουλές, βιβλία και άλλα δώρα, κυρίως όμως φωτισμό και ειλικρινή αγάπη. Η εξομολόγηση τους γινόταν αβίαστη και λυτρωτική. Ξέφευγε από την τυπολατρία χάριν της ωφέλειας. Ίσως γι’ αυτό κατηγορήθηκε από μερικούς, διότι ποτέ ο Γεδεών δεν υποκρίθηκε. Έδειχνε ότι ήταν. Μερικοί παρεξήγησαν το ελεύθερο πνεύμα του, άλλοι δεν άντεξαν την ευθύνη της αυτενέργειας. Όμως το πολυτιμότερο μάθημα που έδινε στους πιστούς ήταν ότι η Αγάπη και η Ελευθερία είναι τα κύρια γνωρίσματα του χριστιανικού ήθους.
Η μόνη λύπη που έδωσε στα πνευματικά παιδιά του ήταν το 1996, όταν συνταξιοδοτήθηκε λόγω ασθενείας και όχι ηλικίας και έφυγε για την Κοζάνη. Βεβαίως και εκεί δεν έμεινε ήσυχος. Δεχόταν τους φίλους του και πρόσφερε απλόχερα τη φιλοξενία του. Ανανέωσε την επαφή με την ενορία και τους κατοίκους του χωριού του. Συνεργάστηκε με τους τοπικούς φορείς και διατέλεσε αντιπρόεδρος του ΚΑΠΗ. Εκεί άλλωστε μετά από έναν περίπατο άφησε την τελευταία πνοή του. Στις 18 Δεκεμβρίου 1998 κοιμήθηκε ειρηνικά και την επόμενη μέρα έγινε η εξόδιος ακολουθία σε ατμόσφαιρα χαρμολύπης. Η παγωνιά του χειμώνα ταίριαζε με την οδύνη του αποχωρισμού και της πνευματικής ορφάνιας. Πολλοί άνθρωποι συνέρευσαν από διάφορα μέρη και τον συνόδευσαν την τελευταία επίγεια κατοικία στο κοιμητήριο της Εράτυρας. Στην νεκρώσιμη ακολουθία ακούστηκαν λόγοι συγκινητικοί και έγινε έντονη προσευχή. Παρηγοριά όλων υπήρξε η μορφή του. Κληρονομιά πολύτιμη η αγαθή ανάμνηση μια δυνατής προσωπικότητας.
Οι ψυχές των ανθρώπων διαφυλάττουν με άριστο τρόπο την αδιάλειπτη παρουσία που χαράχτηκε με τρόπο μοναδικό πάνω τους. Στο φτωχό κείμενο αποτυπώνεται μόνο η γλυκιά νοσταλγία των πνευματικών συζητήσεων και η απουσία της ματιάς του τρυφερού και στιβαρού πνευματικού οδηγού, που είκοσι χρόνια μετά έγινε πιο απαραίτητη για τον γράφοντα.
Νέα
Αυτός το πεδίο είναι κενό.
Νέα
Αυτός το πεδίο είναι κενό.