Ο ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ 18-01-2008)
Οι πατέρες της Εκκλησίας αποτελούν πρότυπα για τους σημερινούς ποιμένες, οι οποίοι είναι μεν διάδοχοι των θρόνων, όμως πρέπει να γίνουν και μέτοχοι των τρόπων της ποιμαντικής τέχνης τους, της τέχνης τεχνών και της επιστήμης των επιστημών. Οι μεγάλοι ιεράρχες μπορούν επιπλέον να είναι πρότυπα για όλους τους σύγχρονους πιστούς, άλλωστε αυτός είναι και ένας από τους ρόλους των Αγίων, το να αποτελούν πρότυπα για μίμηση. Έτσι είναι χρήσιμο να προσεγγίζουμε το βίο και να ερμηνεύουμε τους λόγους των Πατέρων προσπαθώντας να τους χρησιμοποιήσουμε στην διδασκαλία, την ερμηνεία και την πνευματική καθοδήγηση των σημερινών ανθρώπων, διότι είναι επίκαιροι και χρήσιμοι.
Γι’ αυτό ως μικρό δείγμα τιμής στον άγιο Αθανάσιο, το δεύτερο πολιούχο της Νιγρίτας και προστάτη της ομωνύμου ενορίας, ενόψει της μνήμης του, παραθέτω λίγα στοιχεία από το βίο και τη διδασκαλία του. Είναι εξόφληση και προσωπικού χρέους, άλλωστε τα έργα του υπήρξαν πηγή για τη σύνταξη της μεταπτυχιακής εργασίας μου. Οι κάτοικοι της ενορίας που φέρει το όνομα του, όλης της Νιγρίτας και της επαρχίας Βισαλτίας (όπου και άλλοι ναοί τιμώνται στο όνομα του Αγίου) είμαστε ευλογημένοι που έχουμε τέτοιο προστάτη. Γι’ αυτό προσκυνούμε τιμητικά την εικόνα του και στηριζόμαστε στον ακλόνητο στύλο της Ορθοδοξίας για να συνεχίζουμε όρθιοι τον καλό αγώνα.
Ο Μέγας Αθανάσιος, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, με τεράστια πείρα σε μεγάλη επαρχία και σε δύσκολους καιρούς, είναι ο ιδανικός για να αντλήσουμε από αυτόν αρχές, διδάγματα και μεθόδους εργασίας, όχι αντιγράφοντας τυφλά αλλά εμπνεόμενοι απ’ αυτόν. Είναι γνωστό ότι ο ιεράρχης της Αλεξανδρείας είναι από τους σημαντικότερους Πατέρες της Εκκλησίας. Αγωνίστηκε κατά των ειδώλων και των αιρέσεων όσο κανείς άλλος, και με τα γραπτά του και με τις πράξεις του. Βεβαίως πλήρωσε αυτή τη στάση του με πολλές εξορίες και ποικίλους διωγμούς.
Το σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, που πέτυχε είναι η οριοθέτηση της Ορθοδόξου πίστεως, της εκκλησιαστικής διδασκαλίας, την οποία κληροδότησε στις επόμενες γενιές με τα συγγράμματα του, που αποτελούν ανεξάντλητες πηγές για τους θεολόγους και για όλη την Εκκλησία. Τα έργα του θεωρούνται θεμελιώδη κείμενα για την αντιμετώπιση παρόμοιων προβλημάτων και υποδείγματα για το θεολογικό λόγο και την ποιμαντική πράξη των μεταγενεστέρων Πατέρων, αφού υπήρξαν το φύραμα για τις ζυμώσεις στο χώρο της θεολογίας και αφορμή συζητήσεων και αντεγκλήσεων.
Ο Αθανάσιος γεννήθηκε περίπου το 295 μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Υπάρχουν ιστορίες ότι στα παιδικά χρόνια του βάπτισε κάποιους συνομηλίκους του. Βλέποντας αυτό το προανάκρουσμα της ποιμαντικής δράσης ο επίσκοπος της πόλης λέγεται ότι αναγνώρισε το βάπτισμα ως έγκυρο. Φυσικά αυτή η πληροφορία κινείται στα όρια του θρύλου και είναι μάλλον απίθανο να είναι αληθινή. Ακόμη υποστηρίχθηκε ότι φοίτησε στην περίφημη σχολή της πόλης, αλλά και αυτό είναι δύσκολο να διασταυρωθεί. Υπάρχουν και άλλες φήμες που δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν. Σίγουρα πάντως συνδέθηκε με τον Μεγάλο Αντώνιο στην έρημο της Αιγύπτου όπου ασκήτευε. Ασφαλώς επηρεάστηκε αποφασιστικά από τον ασκητή. Έλαβε τις ησυχαστικές αρχές και τις προϋποθέσεις για να στηρίξει τον τρόπο κατάκτησης της αληθινής θεολογίας. Στο πρόσωπο του Αντωνίου είδε τον ιδανικό μοναχό και αργότερα κατέγραψε τον «βίο και την πολιτεία» του, ως ποιμαντική πράξη, για να διδάξει τους πιστούς. Στην περίοδο της νεότητας του εντάσσεται η συγγραφή δύο έργων του, το «κατά ειδώλων» και το «περί ενανθρωπήσεως του Λόγου», στα οποία με ποιμαντική ευαισθησία (αν και λαϊκός ακόμη) επιχειρεί να καταστήσει ανενεργά τα κατάλοιπα της ειδωλολατρίας και ακίνδυνες για τους Χριστιανούς, τις φιλοσοφικές τάσεις, που τότε λάμβαναν θρησκευτικό ένδυμα.
Γρήγορα εντάχθηκε στις τάξεις του κλήρου. Ως διάκονος συνόδευσε τον αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο και έτσι έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική σύνοδο στη Νίκαια το 325 μ.Χ.. Μάλιστα η θεολογική κατάρτιση του συνέβαλε στο να διαπρέψει. Τελικά ο γραμματέας ενός επισκόπου (αυτός ήταν ο θεσμικός ρόλος του) αναδείχτηκε σε πρωταγωνιστή και διαμορφωτή του δογματικού όρου, τον οποίο υποστήριξε και διασαφήνισε αργότερα με εκτενείς λόγους και συγγράμματα, γνωστότερα των οποίων είναι τα «κατά Αρειανών». Αντιμετώπισε με επιτυχία τον Άρειο, ο οποίος υποβίβαζε το δεύτερο πρόσωπο της αγίας Τριάδος σε απλό κτίσμα, θεωρώντας τον Ιησού άνθρωπο θεοποιηθέντα και όχι ως Θεό ενανθρωπήσαντα. Έτσι έδωσε ξεκάθαρη την πίστη της Εκκλησίας, την οποία υπερασπίστηκε σε όλη του την ζωή. Ταυτόχρονα η σύνοδος έδωσε έναν ρόλο υπεροχής, τιμής και ευθύνης στον εκάστοτε αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας. Έπρεπε να αποτελεί σημείο ενότητας της Εκκλησίας, πρότυπο για την ορθή πίστη και να αναγγέλλει τον εορτασμό του Πάσχα με τις ετήσιες, εγκυκλίους, εορταστικές επιστολές του. Αργότερα ο Αθανάσιος ως επίσκοπος Αλεξανδρείας εξαπολύει, μεταξύ άλλων, την περίφημη 39η εορταστική επιστολή του στην οποία περιλαμβάνει τον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, δηλαδή τον κατάλογο των 27 βιβλίων (Ευαγγέλια, Πράξεις και Επιστολές των Αποστόλων, Αποκάλυψη) που η Εκκλησία αναγνωρίζει ως έγκυρα και κανονικά.
Από το 328 μ.Χ. που καθίσταται στο θρόνο ως αρχιεπίσκοπος, σε ηλικία μόλις 33 ετών, ανέπτυξε αξιόλογο ποιμαντικό, ιεραποστολικό, συγγραφικό και αντιαιρετικό έργο σε ευρεία κλίμακα. Η δραστηριότητα του Μεγάλου Αθανασίου εκτείνεται σε πολλούς τομείς. Ένας σύγχρονος ποιμένας θα ζήλευε το εύρος, τη δυναμικότητα και την έμπνευση του αγίου Πατρός, μάλιστα αν ληφθούν υπόψη οι πολλές εξορίες και οι δύσκολες συνθήκες στις οποίες κινήθηκε. Δίδαξε με λόγο και με την αγία ζωή του, που καταύγαζε ο φωτισμός του Θεού, έγραψε ποικίλα συγγράμματα, περιόδευσε την επαρχία του, μετείχε σε συνόδους εκφράζοντας το σώμα της Εκκλησίας και πληροφορώντας το λαό με πολλά κείμενα του για τις συνοδικές δραστηριότητες, προασπίστηκε με σθένος το δόγμα, έδρασε φιλανθρωπικά, έσωσε ψυχές. Όλα αυτά μαζί τον αναδεικνύουν ιδανικό ποιμένα.
Σ’ αυτό το έργο υπήρξαν σφοδρές αντιδράσεις. Η διεφθαρμένη πολιτική εξουσία, το οικονομικό κατεστημένο, οι αιρετικοί, οι ειδωλολάτρες και οι εμπαθείς αντίπαλοι του, που σφετεριζόταν το όνομα του κληρικού, δεν ανεχόταν την προσωπικότητα του. Χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα για να αχρηστεύσουν ή για να εξοντώσουν τον ενοχλητικό κληρικό. Συκοφάντησαν τον Αθανάσιο για πολιτικά και ηθικά εγκλήματα. Για την παρακώλυση αποστολής σιταριού στην Βασιλεύουσα και για σχέσεις με ύποπτα πρόσωπα. Βεβαίως οι κατηγορίες κατέρρευσαν, τα πλοία έφτασαν στην Πόλη και οι κατήγοροι «αναγνώρισαν» και έδειξαν τον επιβλητικό στη μορφή διάκονο ως τον δήθεν αυτουργό του εγκλήματος Αθανάσιο.
Παρόλα αυτά αδίκως διώχτηκε και εξορίστηκε πολλές φορές. Από τα 46 χρόνια της αρχιερατείας του, τα 16 πέρασε μακριά από την έδρα του. Έφυγε πρώτα στην έρημο, έναν τόπο αγαπημένο, όπου ανεφοδιάστηκε πνευματικά και κατόπιν στη Δύση, όπου μετέφερε το ησυχαστικό πνεύμα της Ανατολής, αλλά δεν κάμφθηκε από τις αποστάσεις και τις κακουχίες και επέστρεψε νικητής. Στις περιόδους των εξοριών του άσκησε τα ποιμαντικά καθήκοντα του μέσω επιστολών. Προσπάθησε να στηρίξει το χειμαζόμενο ποίμνιο του και να αναπληρώνει την απουσία του στέλνοντας γραπτώς την διδασκαλία του, καλύπτοντας έτσι ένα μέρος του ποιμαντικού κενού. Το έργο ήταν δυσχερές, αλλά δείχνει το ενδιαφέρον του Αθανασίου για το ποίμνιο του. Στις επιστολές, φαίνεται μεταξύ άλλων και η αντίληψη που είχε για το ρόλο των φορέων της ειδικής Ιερωσύνης, των κληρικών, αλλά και το σημαντικό μερίδιο ευθύνης και προσφοράς των λαϊκών και των μοναχών. Ο Μέγας Πατήρ αν και διέρχεται από τους διαφόρους τόπους της εξορίας εξακολουθεί να παρέχει τη συμβολή του και συνεχίζει τον καλό αγώνα του. Αισθάνεται ενωμένος αδιάσπαστα με τον λαό του Θεού, στον οποίο έχει ταχθεί ποιμένας και επίσκοπος. Συμπονά τα προβλήματα, συμμετέχει στους αγώνες, συγχαίρει μαζί του. Μέχρι που νικητής επιστρέφει κοντά στο λαό της Αλεξανδρείας που τον υποδέχεται με ενθουσιασμό. Το επίθετο Μέγας θα κοσμήσει για πάντα το όνομα του.
Ο Αθανάσιος κοιμήθηκε την 2αν Μαΐου 373 μ.Χ., οπότε τελείται η μνήμη του ως Αγίου της Εκκλησίας για την οποία αγωνίσθηκε. Την ίδια μέρα τιμούμε και την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του. Εορτάζει και την 18ην Ιανουαρίου, μαζί με τον επίσης αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας και πρωταγωνιστή της Γ΄ Οικουμενικής συνόδου (Έφεσος 431 μ.Χ.) άγιο Κύριλλο. Όμως για έναν άγιο ο θάνατος ποτέ δεν είναι επίλογος. Η ποιμαντική δράση, τολμώ να γράψω η ακτινοβολία όλης της προσωπικότητας του Μεγάλου πατρός, που άρχισε στην επίγεια ζωή του, συνεχίζεται στο υπερουράνιο θυσιαστήριο με τις ευχές και ικεσίες του υπέρ ποιμένων και ποιμνίων.
Νέα
Αυτός το πεδίο είναι κενό.
Νέα
Αυτός το πεδίο είναι κενό.