Ο ΜΕΓΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ (Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ την 18-05-2007)

2007-05-18 21:52

           

 

Στις μέρες μας υπάρχει έντονη αμφισβήτηση για οτιδήποτε θεωρούνταν δεδομένο στο παρελθόν. Η αμφισβήτηση αυτή δεν παρατηρείται μόνο στα δόγματα και τη διδασκαλία των θρησκειών αλλά και στα επιστημονικά πορίσματα και απόψεις. Έτσι αναθεωρούνται οι απόψεις για τη θρησκεία, την ιστορία, την επιστήμη, την τέχνη, τον πολιτισμό, για το σύνολο της ζωής και των εκφράσεων της.

Εκ πρώτης όψεως αυτό δεν είναι αναγκαστικά κακό. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα είναι και απαραίτητο. Κλασικό παράδειγμα η αλλαγή της στάσης μας απέναντι σε ανθρώπους, φαινόμενα, γνώμες. Στον χώρο της Εκκλησίας ο συνεχής έλεγχος του εαυτού μας, η αυτογνωσία, βοηθά στη μετάνοια, η οποία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πνευματική ζωή, ενώ η προσοχή μας στην πρόσληψη των εξωτερικών ερεθισμάτων καλείται νήψη (προσοχή, επαγρύπνηση).

Όλα τα παραπάνω όμως πρέπει να στηρίζονται σε μερικά προαπαιτούμενα, τη γνώση και την τεκμηρίωση. Διότι πολλά από όσα λέγονται και γράφονται είναι αστήρικτα ή υποβολιμαία. Μερικές φορές θέλουν να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένους σκοπούς και στοχεύουν αλλού στην πραγματικότητα από εκεί που φαίνεται να ασκούν κριτική. Αυτό νομίζω συμβαίνει και με τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, τον οποίο η Ιστορία ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία ανεγνώρισε Άγιο.

Ο άνθρωπος αυτός γεννήθηκε πιθανότατα το 285 μ.Χ. στη Ναΐσσό (σημερινή Νις) της Γιουγκοσλαβίας. Ήταν γιος του Ιλλυριού Κωνσταντίνου του Χλωρού και της ανεπίσημης συζύγου του Ελένης, που ήταν Χριστιανή. Από νεαρή ηλικία ο Κωνσταντίνος ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα, στο οποίο διέπρεψε.

Όταν το 305 μ.Χ. οι δυο Αύγουστοι της Ρώμης, Μαξιμιανός και Διοκλητιανός, παραιτήθηκαν από το αξίωμα τους, νέοι Αύγουστοι ανακηρύχτηκαν, στην Ανατολή ο Γαλέριος και στη Δύση ο Κωνστάντιος. Το επόμενο έτος (306) ο Κωνστάντιος πέθανε στη Βρετανία και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο στη Δύση τον Κωνσταντίνο. Ο γάμος του με τη Φαύστα, κόρη του Μαξιμιανού και αδερφή του Μαξέντιου, τον διευκόλυνε από πολιτικής πλευράς σ' αυτό. Την ίδια εποχή μια επανάσταση στη Ρώμη από το λαό και στρατό ανέτρεψε το Γαλέριο και ανακήρυξε Αύγουστο το Μαξέντιο, γιο του Μαξιμιανού που είχε παραιτηθεί. Ο Μαξιμιανός ενώθηκε με το γιο του και πήρε πάλι το αυτοκρατορικό αξίωμα. Ο Γαλέριος στο μεταξύ είχε αναγνωρίσει ως νέο Αύγουστο της Ανατολής το Λικίνιο.

    Ακολουθεί μια περίοδος εμφύλιου πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Γαλέριος και ο Μαξιμιανός πέθαναν. Ο Κωνσταντίνος τότε έκλεισε συμμαχία με το Λικίνιο και νίκησε το Μαξέντιο σε αποφασιστική μάχη κοντά στη Ρώμη, το 312 μ.Χ. Τότε αναφέρεται πως είδε και το γνωστό όραμα με το σημείο του Σταυρού και τη φράση «εν τούτω νίκα». Ο Μαξέντιος, προσπαθώντας ν' αποφύγει την αιχμαλωσία του, πνίγηκε στον Τίβερη. Οι δυο νικητές Κωνσταντίνος και Λικίνιος συναντήθηκαν στα Μεδιόλανα (Μιλάνο), όπου υπέγραψαν το περίφημο «Έδικτον των Μεδιολάνων» (Διάταγμα του Μιλάνου), το τόσο σοβαρό για το Χριστιανισμό, για το οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια.

    Ωστόσο, οι ειρηνικές σχέσεις ανάμεσα στους δυο Αύγουστους δεν κράτησαν πολύ. Ο αγώνας άρχισε μεταξύ τους και κατέληξε σε ολοκληρωτική νίκη του Κωνσταντίνου του 324 μ.Χ., στο θάνατο του Λικίνιου και στην ανάδειξη του Κωνσταντίνου ως μοναδικού αυτοκράτορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Χριστιανισμός επί βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου απόκτησε επίσημα το δικαίωμα να υπάρχει και να διαδίδεται. Ωστόσο, το πρώτο Διάταγμα υπέρ των Χριστιανών εκδόθηκε το 311 μ.Χ. από το Γαλέριο, που ήταν ένας από τους τρομερότερους διώκτες του. Με αυτό επιτρεπόταν στους Χριστιανούς να υπάρχουν νόμιμα και συγχωρούσε την αντίσταση τους να γίνουν ειδωλολάτρες, όπως διέταζε η Κυβέρνηση. Όριζε ότι οι Χριστιανοί μπορούν να κάνουν πάλι τις συναντήσεις τους, εφόσον δεν κάνουν τίποτε το αντίθετο προς το κοινό καλό και ότι υποχρεώνονται να προσεύχονται για το καλό της Πολιτείας.

    Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., δυο χρόνια αργότερα, ύστερα από την ήττα του Μαξέντιου, ο Κωνσταντίνος συμφώνησε με το σύμμαχο του Λικίνιο κι εξέδωσαν στο Μιλάνο το εξαιρετικού ενδιαφέροντος για το Χριστιανισμό έγγραφο, το οποίο ονομάστηκε Έδικτον των Μεδιολάνων. Το Διάταγμα αυτό αποκαθιστούσε τη θρησκευτική ειρήνη στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με τη διακήρυξη της ελευθερίας της συνειδήσεως, της ελεύθερης εισόδου στο Χριστιανισμό, της επιστροφής στις χριστιανικές Εκκλησίες των τόπων προσευχής και των κτημάτων που είχαν δημευθεί από την Πολιτεία, καθώς και της απαλλαγής του Κλήρου από τα δημόσια βάρη. Όλα τα μέχρι τότε μέτρα εναντίον των Χριστιανών θεωρήθηκαν άκυρα. Το πρωτότυπο του εγγράφου αυτού δυστυχώς δεν διασώθηκε. Υπάρχει ένα Λατινικό αντίγραφο, που είχε σταλεί από το Λικίνιο στο Νομάρχη της Νικομήδειας και διασώθηκε από το Λακτάνιο (de mortibus persecotorum) και μια ελληνική μετάφραση, που περιλαμβάνεται στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του Ευσέβιου επισκόπου Καισαρείας.

    Με το Διάταγμα αυτό ο Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος έδωσαν στο Χριστιανισμό τα δικαιώματα που είχαν οι ειδωλολάτρες και οι οπαδοί των άλλων θρησκειών. Δεν μπορούμε βέβαια να μιλούμε ακόμα για θρίαμβο, είναι όμως πολύ σημαντικό το ότι οι Χριστιανοί όχι μόνον απέκτησαν το δικαίωμα να υπάρχουν, αλλά και μπήκαν για πρώτη φορά κάτω από την προστασία του Κράτους, βγαίνοντας από την παρανομία. Θα νόμιζε κανείς ότι ο Κωνσταντίνος έμελλε να επιβάλει τη νέα Πίστη ως επίσημη θρησκεία. Ήταν όμως αρκετά συνετός για να αντιληφθεί πως αυτό ήταν ακόμα πρόωρο.

    Ο Κωνσταντίνος, ωστόσο, πέρα από την απλή παραχώρηση δικαιωμάτων στους Χριστιανούς, έδωσε στους κληρικούς όλα τα δικαιώματα που είχαν οι ειδωλολάτρες ιερείς, τους απάλλαξε από τους κρατικούς φόρους και άλλες υποχρεώσεις, που θα τους απασχολούσαν έξω από τα καθήκοντα τους. Ο κάθε άνθρωπος μπορούσε ν’ αφιερώσει την περιουσία του στην Εκκλησία. Έτσι, μαζί με τη διακήρυξη της θρησκευτικής ελευθερίας, αναγνωριζόταν και η νομική υπόσταση τη Χριστιανικής Κοινότητας.

    Η Εκκλησία απόκτησε επίσης αξιόλογα προνόμια και στον τομέα της δικαιοσύνης. Προς το τέλος ιδίως της βασιλείας του Κωνσταντίνου τα δικαιώματα των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων αυξήθηκαν ακόμα περισσότερο. Έτσι οι αποφάσεις ενός Επισκόπου έπρεπε να γίνονται δεκτές ως τελικές για ανθρώπους οποιασδήποτε ηλικίας. Οποιαδήποτε περίπτωση, που δεν αφορούσε σε Εκκλησιαστικό Δικαστήριο, μπορούσε να εισαχθεί σ' αυτό, έστω κι αν δεν συμφωνούσε ένας αντίδικος. Οι αποφάσεις των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων έπρεπε να επικυρωθούν από τα Πολιτικά Δικαστήρια.

    Μ' όλα αυτά τα μέτρα είναι φυσικό ότι η Εκκλησία πλούτιζε κι ο πλούτος της αυτός μεγάλωνε με τις δωρεές, με τη μορφή παραχώρησης κτημάτων, χρημάτων, τροφίμων και πολύτιμων αφιερωμάτων. Οι Χριστιανοί δεν ήταν πια υποχρεωμένοι να συμμετέχουν σε ειδωλολατρικές γιορτές. Παράλληλα, η χριστιανική διδασκαλία επέδρασε σημαντικά στο μετριασμό των άγριων κι απάνθρωπων ποινών στους εγκληματίες.

    Ο Κωνσταντίνος φρόντισε επίσης για την ανέγερση πολλών χριστιανικών ναών σ’ όλα τα μέρη της απέραντης αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερα στην Παλαιστίνη, όπου η μητέρα του Αγία Ελένη βρήκε ύστερα από ανασκαφές στο λόφο του Γολγοθά τον Τίμιο Σταυρό, έχτισε πολλές Εκκλησίες: Στην Ιερουσαλήμ, εκεί που είχε βρεθεί ο τάφος του Χριστού, χτίστηκε η Εκκλησία του Παναγίου Τάφου (Ναός της Αναστάσεως), στο Όρος των Ελαίων η Εκκλησία της Αναλήψεως και στη Βηθλεέμ η Εκκλησία της Γεννήσεως.

    Επίσης η Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρα της πλουτίστηκαν με αξιόλογες Εκκλησίες, κυριότερες από τις οποίες είναι η Εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και η Εκκλησία της Αγίας Ειρήνης. Αλλά και σ' άλλα μέρη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου χτίστηκαν πολλές Εκκλησίες, όπως στην Αντιόχεια, στη Νικομήδεια, στη βόρεια Αφρική και αλλού. Όλες αυτές οι Εκκλησίες, όπως κι άλλες που χτίστηκαν αργότερα στα τρία μεγάλα Χριστιανικά Κέντρα (Ρώμη, Κωνσταντινούπολη και Ιερουσαλήμ) αποτελούν τα σύμβολα του θριάμβου της Χριστιανικής Πίστης, που γρήγορα έγινε η επίσημη θρησκεία του Κράτους (το 339 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο το Μέγα).

Ο Κωνσταντίνος, που μόλις είχε νικήσει το Λικίνιο, έφτασε το 324 στη Νικομήδεια όπου πληροφορήθηκε για τις φιλονικίες και αντιθέσεις που δημιούργησε ο Άρειος. Θέλοντας πάνω απ’ όλα να καθιερώσει μια θρησκευτική ειρήνη στην αυτοκρατορία του, έστειλε από μια επιστολή στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο και στον Άρειο, με τις οποίες τους καλούσε να βρουν κάποιο τρόπο συμφωνίας, προβάλλοντας τους για παράδειγμα τους φιλόσοφους που ζουν ειρηνικά, παρ’ όλες τις διαφορές που τους χώριζαν. Στις επιστολές του ακόμα τόνιζε πως δεν ήταν δύσκολη μια συμφωνία, αφού και οι δυο αντίδικοι πίστευαν στη Θεία Πρόνοια και τον Ιησού Χριστό. Οι επιστολές αυτές στάλθηκαν στην Αλεξάνδρεια διαμέσου του Επισκόπου Κορδούης της Ισπανίας. Αλλ’ η φωνή της σύνεσης δεν εισακούστηκε. Ο Άρειος απάντησε στον αυτοκράτορα με αυθάδεια, παραπονούμενος γιατί του επιβλήθηκε αργία. Ταυτόχρονα ο Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε ότι στην Αλεξάνδρεια ξέσπασαν ταραχές, στις οποίες ο όχλος δεν σεβάστηκε ούτε τις δικές του εικόνες. Τότε το οξύ του πνεύμα τον οδήγησε στη σωστή λύση. Κι αφού οι Ιεράρχες δεν μπορούσαν μόνοι τους ν’ αποφασίσουν για το θέμα του Αρειανισμού, ο αυτοκράτορας συγκάλεσε στη Νίκαια της Καππαδοκίας Οικουμενική Σύνοδο. Οι επίσκοποι συγκεντρώθηκαν στη Νίκαια στα μέσα του Ιουνίου του 325 μ.Χ. αλλ’ η πρώτη επίσημη συνεδρίαση τους έγινε στις 5 ή 6 Ιουλίου. Η Σύνοδος κράτησε 20 περίπου μέρες και μέσα σ' αυτό το σχετικά μικρό χρονικό διάστημα έλυσε, εκτός από μερικά άλλα δευτερεύοντα ζητήματα, το κεφαλαιώδες θέμα που είχε πριν λίγο διαιρέσει την Εκκλησία και διετύπωσε το δόγμα ότι ο Υιός του Θεού ήταν ομοούσιος με τον Πατέρα, αναθεμάτισε τους αιρετικούς και εξόρισε τον Άρειο στη Γαλατία της Μ. Ασίας.

Ο αυτοκράτορας εκτός από αυτά έβγαλε και ιδιαίτερο διάταγμα κατά των αιρετικών, με το οποίο διέταξε να καούν όλα τα συγγράμματα του Αρείου και επέβαλε την ποινή του θανάτου σ’ όποιον έκρυβε οποιοδήποτε από τα συγγράμματα αυτά. Είναι φανερό ότι η επέμβαση αυτή της πολιτικής αρχής στα δόγματα της Εκκλησίας είναι αντίθετη σ’ όλες τις θρησκευτικές αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα. Αλλ’ ο Κωνσταντίνος πίστευε τότε ότι αν δεν πάψουν εντελώς οι συζητήσεις αυτές, κινδύνευε να γκρεμιστεί όλο το οικοδόμημα του Χριστιανισμού. Πίστευε ότι οι αποφάσεις της Συνόδου, δεν μπορούσε να ξεριζώσουν το κακό, αν οι αποφάσεις αυτές δεν επικυρώνονταν με αυτοκρατορικό νόμο. Προσπάθησε μάλιστα να δικαιολογήσει την ενέργεια του αυτή, λέγοντας στους Αρχιερείς: «Σεις είσθε Επίσκοποι στα εσωτερικά της Εκκλησίας, εγώ ετάχθην υπό του Θεού επίσκοπος των εκτός της Εκκλησίας». Κι όταν στα τέλη Ιουλίου έληξαν οι εργασίες της Συνόδου, μίλησε πάλι στους επισκόπους με πολλή πραότητα και προπαντός τους συμβούλεψε να μην στασιάζουν μεταξύ τους, δίνοντας έτσι αφορμή να τους χλευάζουν εκείνοι που είναι πάντα έτοιμοι να βλασφημήσουν το όνομα του Θεού. Ύστερα από αυτά διαλύθηκε η Πρώτη Οικουμενική Σύνοδος, που το κύριο έργο της ήταν ο ακριβής καθορισμός του μέρους εκείνου από το Σύμβολο της Πίστεως που ανατρέπει τη θεωρία του Αρείου και καθορίζει στον κάθε χριστιανό την Ομολογία του για το Χριστό.

Πόσο φρόνιμα διαχειρίστηκε την υπόθεση αυτήν ο Κωνσταντίνος φαίνεται από τα γεγονότα που ακολούθησαν μέχρι σήμερα. Πέρασαν από τότε 16 αιώνες. Το κράτος στο οποίο βασίλευε ο Κωνσταντίνος διαλύθηκε. Πάνω στα ερείπια του δημιουργήθηκαν νέα κράτη. Διαμορφώθηκαν νέα έθνη. Διαπλάστηκαν νέες γλώσσες. Ανακαλύφτηκαν νέοι κόσμοι. Εφευρέθηκαν νέες επιστήμες και τέχνες. Νέα πολιτεύματα ρύθμισαν τις τύχες των λαών. Νέες ανάγκες παρουσιάστηκαν, δοξασίες και τάσεις. Η ηθική και υλική άποψη του πλανήτη μας άλλαξε εντελώς. Κι όμως σ’ όλα τα μέρη της γης, με κάθε ανθρώπινη γλώσσα, αντηχεί ακόμα η προσευχή εκείνη, που ορίστηκε τότε στη Νίκαια από τους αντιπροσώπους του χριστιανικού Ελληνισμού: «Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα......»

Ο Μ. Κωνσταντίνος μετά τη Σύνοδο της Νικαίας αποφάσισε να χτίσει νέα πρωτεύουσα στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας και μετά από πολλές σκέψεις κατέληξε στην εκλογή του αρχαίου Βυζαντίου στο Βόσπορο. Οι ιστορικοί αποδίδουν, σε διαφορετικά ο καθένας αίτια, τους λόγους που οδήγησαν τον Κωνσταντίνο να πάρει αυτήν την απόφαση. Πάντως στην εκλογή αυτή οφείλεται η εξασφάλιση της πολιτικής αναβιώσεως του ελληνικού έθνους και η διατήρηση της αυτονομίας του για 1.000 περίπου χρόνια. Αυτό οφείλεται όχι μόνο στο ότι χτίστηκε στην περιοχή αυτή μια πόλη μεγάλη και ισχυρή, αλλά κυρίως στο ότι χτίστηκε σε χώρο που παρουσίαζε ιδιαίτερα και μοναδικά πλεονεκτήματα και φαινόταν προορισμένη να γίνει αυτό που ονομάστηκε αργότερα η Βασιλίδα των Πόλεων.

    Πραγματικά, ο Κωνσταντίνος διέκρινε τον κίνδυνο από την Ασία κι ήθελε να εποπτεύει καλύτερα, από το κοντινό Βυζάντιο, τις κινήσεις των Σαρματών και Γότθων στο Δούναβη, όπως και των Περσών. Με τη συνηθισμένη του δραστηριότητα αποπεράτωσε το έργο του μέσα σε εννιά μήνες. Την 11 Μαΐου του 330 μ.Χ. έγιναν τα εγκαίνια της νέας πρωτεύουσας, με μεγαλοπρέπεια και η πόλη αφιερώθηκε στην ιδιαίτερη προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου, Υπερμάχου Στρατηγού της Πόλεως. Οι γιορτές κράτησαν 40 μέρες κι επαναλαμβάνονταν για πολλούς αιώνες. Ο Κωνσταντίνος ονόμασε την πόλη Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη ονομάστηκε αργότερα προς τιμήν του). Η νέα πρωτεύουσα αυξήθηκε πολύ γρήγορα σε έκταση, πληθυσμό και πλούτο. Ο Κωνσταντίνος με θέρμη την λάμπρυνε με μεγαλοπρεπή ανάκτορα και δημόσια οικοδομήματα, πλατείες, λιμάνια, Ιππόδρομο, τείχη κι άλλα έργα.

    Εδώ όμως σκοπός μας είναι να δούμε την Κωνσταντινούπολη σαν θρησκευτικό, χριστιανικό κέντρο. Πραγματικά σ' αυτόν τον τομέα ο Κωνσταντίνος δεν φάνηκε καθόλου φειδωλός. Τίμησε τη νέα πόλη με πολυάριθμες Εκκλησίες, των Αγίων Αποστόλων, της Αγίας Ειρήνης, της Αγίας του Θεού Σοφίας (στην αρχική μορφή της, όχι τη σημερινή, έργο του Ιουστινιανού) κι άλλες. Τους ναούς αυτούς προίκισε με τα αναγκαία για τη λατρεία ιερά βιβλία και το έργο αυτό ανέθεσε στο φίλο του Ευσέβιο Καισαρείας.

    Τα σύμβολα της νέας πίστεως στόλιζαν με πολλούς τρόπους τη νέα πόλη και τα ανάκτορα της. Παράλληλα φρόντισε να συγκεντρώσει σ’ αυτήν πολλά από τα αριστουργήματα της αρχαίας τέχνης και θρησκείας, πράγμα για το οποίο κατηγορήθηκε άδικα. Γιατί αν εξετάσουμε με προσοχή αυτά που ο Κωνσταντίνος μετέφερε στη νέα πόλη από τις διάφορες περιοχές της Ελλάδας, θα δούμε ότι και λίγα ήταν και τα πιο εγκαταλειμμένα, που οπωσδήποτε θα χάνονταν. Ούτε από την Αθήνα, ούτε από την Ολυμπία, ούτε από τους Δελφούς μετακίνησε τα αριστουργήματα της αρχαίας τέχνης. Μόνο στον Ιππόδρομο στήθηκε τότε ο χρυσός τρίποδας των Δελφών με τον τρικέφαλο χάλκινο φίδι. Από τα άλλα αναφέρουμε τις εικόνες των Ελικωνίδων Μουσών (από την κορυφή του Ελικώνα), που κόσμησαν τα ανάκτορα της Κωνσταντινούπολης. 

Ο Μ. Κωνσταντίνος πέθανε την 22α Μαΐου του 337 μ.Χ. κοντά στη Νικομήδεια, σε ηλικία 63 χρονών, αφού βασίλεψε για 30 χρόνια. Λίγο πριν από το θάνατο του βαφτίστηκε από τον επίσκοπο Νικομήδειας Ευσέβιο. Σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία το βάπτισμα εξαλείφει τα προηγούμενα αμαρτήματα και εισάγει σε νέα ζωή. Ο Κωνσταντίνος πέθανε σχετικά νέος, ενώ η μητέρα του έζησε πάνω από 80 χρόνια. Τα παιδιά του, ωστόσο, τα είχε βαφτίσει χριστιανούς από μικρή ηλικία.

    Τελικά τόσο το έργο του όσο και ο ίδιος εκτιμήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από πολλές πλευρές. Αν και μπορούμε να πούμε ότι ο Κωνσταντίνος πέθανε χωρίς να έχει ολοκληρώσει το πρόγραμμα του, ωστόσο άφησε πίσω του ένα αξιόλογο έργο, τόσο στον πολιτικό όσο και στο θρησκευτικό τομέα. Πραγματοποίησε την ενότητα του Κράτους. Πέτυχε σε μεγάλο βαθμό την ενότητα του Χριστιανισμού. Περιόρισε τους κινδύνους από τους εξωτερικούς εχθρούς. Δημιούργησε τη νέα πρωτεύουσα, που θ' αποτελέσει την εστία αναβιώσεως του Ελληνισμού, με το Βυζάντιο και το κέντρο της Ορθοδοξίας.

  Εμείς οι Έλληνες οφείλουμε βέβαια μεγάλη ευγνωμοσύνη στους αρχαίους προγόνους μας, οι οποίοι με το πνεύμα και τα αριστουργήματα τους όρισαν τους νόμους του καλού και υψηλού, νόμους που θαυμάζονται μέσα στους αιώνες. Αλλά δεν οφείλουμε μικρότερη ευγνωμοσύνη και στους Χριστιανούς εκείνους προγόνους μας, επώνυμους και ανώνυμους, οι οποίοι καθόρισαν με τη ζωή, το έργο και τους αγώνες τους, τους κανόνες της ανθρώπινης συνείδησης για τη φύση της Θεότητας, κανόνες που πάνω τους θεμελιώθηκε μέχρι σήμερα ο νεότερος πολιτισμός και οι αξίες της ζωής.

  Για όλες αυτές τις προσφορές του η Ρωμαϊκή Σύγκλητος, όπως αναφέρει ο ιστορικός του 4ου αι. μ.Χ. Ευτρόπιος, θεοποίησε τον Κωνσταντίνο, η Ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία αυτόν μαζί με τη μητέρα του Ελένη τους ανακήρυξε Αγίους και Ισαποστόλους. Ο επίσκοπος Καισαρείας Ευσέβιος έγραψε τον λόγο «Πανηγυρικό  του Κωνσταντίνου», με σκοπό να δοξολογήσει το θρίαμβο του Χριστιανισμού. Για όλα τα παραπάνω ο Κωνσταντίνος δικαίως τιμάται και σωστά ζητούμε τις πρεσβείες του προς το Θεό για τον Οποίο και την Εκκλησία Του αγωνίστηκε.

Νέα

Αυτός το πεδίο είναι κενό.

Νέα

Αυτός το πεδίο είναι κενό.

Άρθρα

2023-07-08 22:45
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου κ. Δαμασκηνέ, εὐχαριστοῦμε γιά τήν τιμητική παρουσία. Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ. Πρόδρομε, εὐχαριστοῦμε γιά τή λειτουργική πανδαισία καί τήν ἀβραμιαία φιλοξενία σέ αὐτόν τόν ὄμορφο χῶρο. Ἐλλογιμώτατε Πρόεδρε, κ. Ἰωάννη Λίλη,...
2022-07-08 19:44
Ο λόγος του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχη απευθύνεται στον πιστό αλλά και σε κάθε άνθρωπο καλής θέλησης, όπως συνηθίζει να λέει. Είναι λόγος ενότητας και αγάπης και πρόσκληση για βίωση της Θεανθρώπινης κοινωνίας, βασισμένος στην διδασκαλία και την Παράδοση της Εκκλησίας.  Στο παρόν...
2022-01-01 19:48
Ἡ Ἐκκλησία ἀκολουθώντας τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ πρός τούς Ἀποστόλους μεταφέρει τό μήνυμα τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως στούς ἐγγύς καί τούς μακράν καί καλεῖ τούς ἀνθρώπους πού θά τό πιστέψουν νά βαπτιστοῦν καί νά γίνουν μέλη τοῦ Σώματός του. Καί ἕως ὅτου γίνουν, τούς κατηχεῖ, τούς μυσταγωγεῖ καί...
2021-03-26 15:47
ΠΤΥΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821*  Είναι δύσκολο σε εποχές κρίσης και απαξίωσης να μιλήσουμε για υψηλά ιδανικά και υψιπετείς ιδέες. Όμως σε αυτό το θέμα δε χωρούν προσωπικές απόψεις και πολιτικές επιδιώξεις. Θα προσπαθήσουμε σήμερα να παρακολουθήσουμε αποσπασματικά την συνοπτική ιστορία της...
2020-12-31 15:39
Στή σύγχρονη πραγματικότητα ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζει κάποια προβλήματα, τά ὁποῖα ὀφείλονται στό ἀνθρώπινο στοιχεῖο της, στά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Κατά τή γνώμη μας, ὅπως διαμορφώθηκε ἀπό τή μικρή ἐμπειρία μας σέ διάφορες ἐκκλησιαστικές κοινότητες καί στό χῶρο τῆς ἐκπαίδευσης, τό μεγαλύτερο...
2020-11-06 17:22
«Με συνοχή καρδίας παρατηρούμε τις τελευταίες ημέρες την αναστάτωση που έχει δημιουργηθεί στις χώρες όπου υπάρχουν πιστοί του Ισλάμ. Αφορμή για τις διαμαρτυρίες, τις διαδηλώσεις και τα βίαια επεισόδια είναι η δημοσίευση κάποιων σκίτσων, σε εφημερίδες βορειοδυτικών χωρών, που αφορούν τον ιδρυτή της...
2019-03-15 00:00
Οἱ δεσμοί  τῆς Μακεδονίας μέ τήν Κρήτη εἶναι παλιοί καί ἀκατάλυτοι, ποτισμένοι μέ τό αἷμα καί μπολιασμένοι μέ τήν ἀγάπη τῶν κατοίκων τῶν δύο ἑλληνικῶν περιοχῶν. Πέρα ἀπό ἄλλους λόγους ὁ δεσμός ἐνισχύεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἀνήκουν καί οἱ δύο στό κλίμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου,...
2018-12-20 12:15
Η εποχή μας έχει ανάγκη από θετικά πρότυπα. Συνήθως τα αναζητούμε σε παγκόσμιο επίπεδο και δεν δίνουμε την πρέπουσα σημασία σε ότι συμβαίνει δίπλα μας. Είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό να μην εκτιμούμε ότι κατέχουμε, ότι είναι μπροστά στα μάτια μας και να το αναζητούμε όταν το χάσουμε. Υπάρχουν όμως...
2017-12-05 19:07
Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Κρήτης κ. Ειρηναίε, Σεπτέ Ποιμενάρχα μας Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέα, Πρόεδρε της Διοικούσας Επιτροπής της Πατρ. Ανωτ. Εκκλ. Ακαδημίας Κρήτης Τίμιο Πρεσβυτέριο, Χριστού Διακονία Εντιμότατοι εκπρόσωποι αρχών και φορέων Κύριε...
2017-02-01 19:51
Κάθε χρόνο την 30η Ιανουαρίου η Εκκλησία αλλά και η εκπαιδευτική κοινότητα τιμά τους τρεις Ιεράρχες, όπως είναι γνωστοί οι Άγιοι: Βασίλειος Καισαρείας ο Μέγας, Γρηγόριος Κωνσταντινουπόλεως ο Θεολόγος και Ιωάννης Κωνσταντινουπόλεως ο Χρυσόστομος. Ένα κείμενο για πνευματικά αναστήματα του μεγέθους...
1 | 2 | 3 | 4 >>

Επαφή

θεολογικά πειράματα samourakisg@yahoo.gr